- αναθεματίζομαι
- αναθεματίζομαι, αναθεματίστηκα, αναθεματισμένος βλ. πίν. 34——————Σημειώσεις:αναθεματίζομαι : η μτχ. αναθεματισμένος χρησιμοποιείται και ως επίθετο και ως ουσιαστικό (→ αυτός που αξίζει ανάθεμα, κατάρα).
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.